Η βλάστηση στον Παρνασσό φέρει τη σφραγίδα της έντονης ανθρώπινης επέμβασης, που ασκήθηκε ανεξέλεγκτα από αρχαιοτάτων χρόνων. Σε μεγάλες εκτάσεις είναι έντονα υποβαθμισμένη, αραιή και συχνά το μητρικό πέτρωμα και οι βραχώδεις εξάρσεις γίνονται το κυρίαρχο στοιχείο του τοπίου. Η βλάστηση αυτή, είναι κληρονομιά εκείνης που, κατά τον Όμηρο, ήταν τόσο πυκνή ώστε ούτε ο ήλιος ούτε η βροχή μπορούσε να τη διαπεράσει.

Ο Παρνασσός χρήζει προστασίας. Ο καλύτερος τρόπος για να γίνει αυτό είναι η εφαρμογή κατάλληλων μέτρων προστασίας, που θα απορρέουν από ένα διαχειριστικό σχέδιο, προσαρμοσμένο στις ανάγκες του. Η μελέτη της βλάστησης και της χλωρίδας του Παρνασσού είναι βασική προϋπόθεση για το σκοπό αυτό, ώστε να επισημανθούν σπάνια και απειλούμενα είδη.

Τα φυτικά είδη, κάτω από την επίδραση βιοτικών (αλληλεπιδράσεις με άλλα ζωικά ή και φυτικά είδη) και αβιοτικών παραγόντων (το κλίμα, το ανάγλυφο, το έδαφος), συγκροτούν καθορισμένες Ζώνες Βλάστησης (Ντάφης 1972).

 

 

Στον Παρνασσό διαμορφώνονται τέσσερις ζώνες βλάστησης με τους αντίστοιχους αυξητικούς χώρους:

 

 

 

 

 

 

  • Ανωδασική Ζώνη Υψηλών Ορέων (Astragalo-Acentholimetalia) και αυξητικός χώρος Αstragalo-Daphnionμε χαμηλή βλάστηση πάνω από τα δασοόρια της κεφαλληνιακής Ελάτης (Abies cephalonica) μέχρι την κορυφή του Παρνασσού.
  • Ζώνη Οξιάς - Ελάτης (Fagetalia sylvaticae) με τον αυξητικό χώρο Abietion cephalonicae ο οποίος περιλαμβάνει τα δάση της κεφαλληνιακής ελάτης. Μέσα στη ζώνη αυτή εμφανίζονται και δάση ορομεσογειακών ειδών, όπως της μαύρης πεύκης και συστάδες του γένους Άρκευθος - Juniperus (J. foetidissima, J. oxycedrus) 
  • H Ζώνη των φυλλοβόλων πλατυφύλλων ή Παραμεσογειακή Ζώνη (Quercetalia pubescentis) η οποία περιλαμβάνει τα φυλλοβόλα δάση και τους πρινώνες και εμφανίζεται κυρίως κάτω από την προηγούμενη ζώνη και μέχρι τους πρόποδες του Παρνασσού.
  • Η Ευμεσογειακή ζώνη βλάστησης που περιορίζεται σε μικρές κηλίδες, κατακερματισμένη και περιλαμβάνει τους θαμνώνες αείφυλλων πλατύφυλων, της αριάς και του σχίνου.

 

Επιπλέον, εκτός από την καταζωνική βλάστηση (δηλαδή η βλάστηση που εμφανίζεται σε ζώνες), εμφανίζονται και Αζωνικά – Παρόχθια οικοσυστήματα (ονομάζονται έτσι γιατί η κατανομή τους δεν εντάσσεται σε κάποια συγκεκριμένη κλιματική ή υψομετρική ζώνη).

 

Χαμηλή βλάστηση πάνω από τα δασοόρια

 

Ορομεσογειακή βλάστηση υπο(ψευδο-)-αλπικών λιβαδιών (Ανωδασική Ζώνη Υψηλών Ορέων)

Η βλάστηση αυτή αρχίζει από τα ανώτερα όρια των δασών της Ελάτης και φθάνει μέχρι την κορυφή του Παρνασσού (Λιάκουρα 2.457 μ.). Σε αυτήν συναντάμε κυρίως είδη θάμνων, φρυγάνων, αλλά και πόες.

Γενικότερα, η βλάστηση στη ζώνη αυτή είναι έντονα υποβαθμισμένη, αποτέλεσμα κυρίως της έντονης βόσκησης. Η εμφάνιση της βλάστησης βραχωδών λιβαδιών περιορίζεται στις ασβεστολιθικές κοιλότητες και ρωγματώσεις, ενώ οι βραχώδεις εξάρσεις, με τύπους βλάστησης χασμόφυτων, καταλαμβάνουν μεγάλες επιφάνειες.

 

 

 

Τα κυριότερα είδη που συνθέτουν τη φυσιογνωμία της βλάστησης αυτής, στην οποία σημαντικό μερίδιο κατέχουν τα αγρωστώδη, είναι τα παρακάτω:

 

 

 

 

Juniperus  communis subsp. nana

Poa  thessala

Eryngium amethystinum

Prunus  prostrata

Herniaria parnassica

Thymus  subthorpii

Daphne  oleoides

Campanula  spatulata

Galium  thymifolium

Rosa  sicula

Stachys  germanica

Cynosurus  echinatus

Marrubium  velutinum

Cynosurus echinatus

Cerastium  illyricum

Astracantha  rumelica subsp. rumelica

Koeleria  cristata

Dianthus  biflorus

Astragalus  apollineus

Clinopodium alpinum

Phleum  alpinum

Centaurea  affinis

Festuca  ovina

Astragalus sempervirens subsp. sempervirens

Morina  persica

Astragalus  angustifolius

Nepeta  nuda

Festuca  varia

Satureja  parnassica

Alopecurus  gerardii

Cerastium  candidissimum

Avena  sterilis

Stipa  pulcherrina

Pterocephalus  perennis

Bromus  riparius

 

Minuartia  verna

 

 

 

Στα κατώτερα όρια αυτής της ζώνης συναντάμε διάσπαρτα άτομα Juniperus foetidissima, σε κακή γενικά κατάσταση και μικρό ύψος.

 

Υψηλή δενδρώδης βλάστηση

 

Ξεκινά από τα κατώτερα όρια της προηγούμενης ζώνης (1800m) και φτάνει μέχρι τα 600m. Η ζώνη αυτή περιλαμβάνει τα δάση της Abies cephalonica, της Pinus nigra και των φυλλοβόλων δρυών.

 

Δάση ελάτης (Abies cephalonicα)

Τα δάση Ελάτης στον Παρνασσό φθάνουν μέχρι το υψόμετρο των 1.700 - 1.800m. Εκεί, σχηματίζουν τα δασοόρια που έρχονται σ' επαφή με τα υπο(ψευδο-)αλπικά λιβάδια και κατέρχονται μέχρι το υψόμετρο των 600m περίπου. Ωστόσο, μεμονωμένα άτομα κατεβαίνουν ακόμα χαμηλότερα στις βόρειες, κυρίως, εκθέσεις. Αντίθετα, στις νότιες, εξαιτίας της έντονης ανθρωπογενούς επίδρασης και των κλιματικών συνθηκών, τα πρώτα άτομα ελάτης εμφανίζονται σε υψόμετρο 1.000 - 1.200m περίπου, ενώ άνωθεν της Αράχοβας τα δάση της ελάτης εμφανίζονται κατακερματισμένα.

Γενικότερα, τα σημερινά ανώτερα όρια της ελάτης στον Παρνασσό θα πρέπει να θεωρηθεί ότι οφείλονται σε καθαρά ανθρωπογενή επίδραση και όχι σε βιοκλιματικούς λόγους. Αντίθετα, η ελάτη επέκτεινε την παρουσία της προς τα χαμηλότερα υψόμετρα καταλαμβάνοντας τη ζώνη εξάπλωσης των φυλλοβόλων δρυών και της αριάς.

Στα κατώτερα όρια εξάπλωσής της, η ελάτη διείσδυσε σε βιοτόπους υψομετρικά κατώτερων ζωνών. Έτσι, έκαναν την εμφάνισή τους οι παρακάτω φυτικοί σχηματισμοί:

            - Ελατοδάση με παρουσία της Quercus frainetto.

           - Ελατοδάση με παρουσία ειδών του Osrtyo-Carpinion και του Quercion frainetto (Tilio-Castaneum).

            - Ελατοδάση του Quercion ilicis.

 

Δάση μαύρης Πεύκης (Pinus nigrα)

Η μαύρη Πεύκη στον Παρνασσό εμφανίζεται άνωθεν της Αμφίκλειας και του Πολύδροσου, σε υψόμετρο 750m. περίπου, μαζί με την Ελάτη (με την οποία κατά θέσεις σε όλα τα υψόμετρα σχηματίζει μεικτούς πληθυσμούς) και φθάνει μέχρι τα 1.500m περίπου. Μια μεγάλη όμως έκταση μαύρης Πεύκης κάηκε κατά την πυρκαγιά του 1977.

 

Εκτός από την κύρια αυτή εμφάνισή της, ανευρέθησαν μερικά διάσπαρτα άτομα στην περιοχή "Πεύκο" της κοινότητας Βάργιανης, ενώ υπάρχουν και αναδασώσεις ηλικίας 30 και πλέον ετών στην περιοχή "Μακρυόλουζα" της ίδιας κοινότητας.

 

 

 

 

Δάση φυλλοβόλων Δρυών

Οι θέσεις εμφάνισης των δασών των φυλλοβόλων Δρυών στην περιοχή έχουν καταληφθεί, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους, από την Ελάτη και το Πουρνάρι. Η παρουσία τους, σε αμιγή μορφή, έχει περιορισθεί σε μικρές κηλίδες στη Β. πλευρά του Παρνασσού, σε επαφή συνήθως με τα χαμηλότερα όρια των ελατοδασών, ενώ στις ρεματιές μεταξύ Μαριολάτας και Λιλαίας κατέρχονται πολύ χαμηλότερα. Ωστόσο, μετά την έντονη μείωση της κτηνοτροφίας και την καλύτερη προστασία τους, οι δρύες αρχίζουν να κάνουν πιο εμφανή την παρουσία τους μέσα στους βιοτόπους τόσο της ελάτης όσο και του πουρναριού. Στην περιοχή συναντάμε κυρίως τα είδη Quercus frainetto και Q. pubescens. Η εμφάνιση διάσπαρτων ατόμων δρυός αρχίζει από τους πρόποδες του Παρνασσού (430m.) και φθάνει μέχρι τα 1.100m σε μείξη με την ελάτη.

Αξιοσημείωτη, αν και απρόσμενη, υπήρξε η ανεύρεση (από Γ. Μπρόφα) μιας αραιής συστάδας μερικών δεκάδων στρεμμάτων Quercus ithaburensis subsp. macrolepis στη Β. επίσης πλευρά του Παρνασσού και σε υψόμετρο 850 - 900 μ., στο κατώτερο όριο της ελάτης άνωθεν της κοινότητας Λιλαίας.

 

Θαμνώδης βλάστηση

 

Θαμνώνες αείφυλλων πλατύφυλλων με κυριαρχία Αριάς (Quercus ilex)

Στην περιοχή του Παρνασσού, η Αριά εμφανίζεται μόνο στη βόρεια πλευρά και με αραιή κατανομή, σε μια λεπτή διακοπτόμενη ζώνη στα κατώτερα όρια της ελάτης, σε ρεματιές και γενικά στις υγρότερες θέσεις. Χαρακτηριστική είναι η παρουσία της σε βραχώδη πρανή του ρέματος ανατολικά της Άνω Τιθορέας. Γενικά, η Αριά εμφανίζεται πιο συχνά στην επαφή της με την Ελάτη. Οι περισσότεροι από τους σχηματισμούς αυτούς φύονται πάνω σε σκληρούς ασβεστολίθους, είναι γενικά σε καλή κατάσταση και παρουσιάζουν υψηλό ποσοστό εδαφοκάλυψης της τάξεως του 80%.

 

Θαμνώνες Πουρναριού (Quercus coccifera)

Στον Παρνασσό οι θαμνώνες του Πουρναριού καταλαμβάνουν τη δεύτερη μεγαλύτερη έκταση, μετά την Ελάτη. Η εμφάνιση του είδους αρχίζει από περιοχές με χαμηλότερο υψόμετρο και φθάνει στο Κωρύκειο Άντρο (1.400m περίπου), είτε σε μικρές κηλίδες είτε σαν υπόροφος της Ελάτης. Το πουρνάρι εμφανίζεται σε όλους τους τύπους εδαφών και πετρωμάτων. Οι συστάδες από τόπο σε τόπο διαφέρουν στη μορφολογία, την πυκνότητα και τη σύνθεσή τους.

 

Θαμνώνες αείφυλλων πλατύφυλλων με κυριαρχία Σχίνου (Pistacia lentiscus)

Οι θαμνώνες του Σχίνου απαντώνται πάνω από την κοιλάδα της Άμφισσας και μέχρι ένα υψόμετρο 500 – 550m περίπου, όπως επίσης και σε μια μικρή κηλίδα νότια του Ζεμενού. Οι σχηματισμοί αυτοί είναι έντονα υποβαθμισμένοι και κατακερματισμένοι με συχνή παρουσία φρυγανικών ειδών. Σε καλύτερη κατάσταση με περισσότερο πυκνή μορφή και ανάπτυξη εμφανίζονται στην ευρύτερη περιοχή γύρω από τη Μονή του Προφήτη Ηλία Χρισσού.

 

Αζωνικά – Παρόχθια  Οικοσυστήματα

 

Τα οικοσυστήματα αυτά απαντώνται κατά μήκος των χειμάρρων της περιοχής. Το είδος που κυριαρχεί είναι ο Platanus orientalis (ανατολικός Πλάτανος), ο οποίος εμφανίζεται μέχρι ένα υψόμετρο 1.000m στον Παρνασσό. Στο ίδιο περίπου υψόμετρο στο ρέμα του Επταλόφου καταγράφηκε επίσης η Salix elaeagnos. Στα χαμηλότερα υψόμετρα συμμετέχουν επίσης και τα Nerium oleander, Vitex agnus-castus, Arundo donax, Salix alba, και στη θέση "Ροσινίκος" του ρέματος της Γραβιάς τα Alnus glutinosa και Tamarix smyrnensis. Επίσης κατά μήκος του Καλαμορέμματος Δροσοχωρίου σε χαμηλά υψόμετρα κατεγράφη το είδος Phragmites communis.

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ εδώ

 

Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Παρνασσού
Αμφίκλεια 35 002 Φθιώτιδα
[τηλ/φαξ]:   +30 22340 23529
[e]:  info@parnassosnp.gr  |  fdparnas@yahoo.gr
Με τη Συγχρηματοδότηση της Ελλάδας και της Ευρωπαικής Ένωσης
Copyright (c) 2013 ΦΔΕΔ Παρνασσού.  |  Σχεδιασμός & Κατασκευή Ιστοσελίδαςmaga-zein.com